Καθ όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου είχαν γίνει προσπάθειες επίλυσης με διπλωματικά μέσα των διαφορών με τις γειτονικές χώρες που είχαν προκύψει από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα αποτελέσματα των Βαλκανικών Πολέμων και της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Με δεδομένα τα παραπάνω και το γεγονός ότι μετά τη συνθήκη της Λωζάννης (24 Ιουλίου 1923) και έως το 1933 δεν είχε γίνει οχύρωση της παραμεθόριας ζώνης, πάρα μόνο ορισμένες μελέτες, κρίθηκε αναγκαία η αμυντική θωράκιση της χώρας. Η περιοχή της Μακεδονίας – Θράκης είχε σοβαρό αμυντικό πρόβλημα λόγω του μεγάλου μήκους συνόρων και το μικρό βάθος από τη θάλασσα έως τα σύνορα. Επιπλέον, οι ορεινοί όγκοι με μεγάλο υψόμετρο που φράζουν τα βόρεια σύνορα έχουν μεταξύ τους ανοίγματα από τα οποία μπορεί να προελάσουν ξένοι εισβολείς.
Σε απόρρητη έκθεση του προς την κυβέρνηση ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Καθενιώτης υπογράμμιζε ότι έπρεπε να κατασκευαστούν μεγάλα οχυρά κατά μήκος της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου και να επανδρωθούν με ισχυρή δύναμη, αλλιώς σε περίπτωση πολέμου η Ελλάδα θα ήταν απροστάτευτη. Η Πρόταση Καθενιώτη υιοθετήθηκε αμέσως από την κυβέρνηση Τσαλαδάρη αλλά υλοποιήθηκε λίγα χρόνια αργότερα από τον Ι. Μεταξά.